YGROMONOSI_

ΥΓΡΑΣΙΑ ΣΤΙΣ ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ

Η υγρασία αποτελεί έναν από τους πιο διαβρωτικούς παράγοντες στις κτιριακές κατασκευές και οι φθορές που προκαλεί δημιουργούν πολλές φορές σοβαρά προβλήματα τα οποία απαιτούν ειδική αντιμετώπιση για την επίλυσή τους. Η υγρασία αρχικά κάνει αισθητή την παρουσία της υπό μορφή κηλίδων, εξανθημάτων, αποχρωματισμών η και μυκήτων (μούχλας) σε επιφάνειες τοίχων, οροφών η δαπέδων. Αν δεν αντιμετωπιστεί στο αρχικό στάδιο εμφάνισής της είναι σχεδόν βέβαιο ότι το πρόβλημα θα ενταθεί.

Πέρα από τις φυσικές, μηχανικές και χημικές αλλοιώσεις που προκαλεί στα δομικά υλικά των κτιρίων, μειώνει σε μεγάλο βαθμό τις θερμομονωτικές ιδιότητες των υλικών (γίνεται εκτενέστερη αναφορά στα “ΘΕΡΜΟΜΟΝΩΤΙΚΑ Υλικά”) και συμβάλει στη δημιουργία-ανάπτυξη φυτικών και ζωικών οργανισμών (μούχλα) με άμεσο αντίκτυπο στην υγεία των ενοίκων (ιδιαίτερα σε ανθρώπους που αντιμετωπίζουν αναπνευστικά προβλήματα).

Σε πολλές περιπτώσεις, το πρόβλημα της υγρασίας δεν αντιμετωπίζεται εύκολα, αλλά χρήζει επανειλημμένες επεμβάσεις μέχρι να εξαλειφθεί. Αυτό έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με το ότι δεν είναι πάντα εύκολη η διάγνωση της πηγής που προκαλεί το φαινόμενο της υγρασίας. Το νερό έχει την ιδιότητα να ακολουθεί διάφορες διαδρομές μέσα από τα υλικά και να κάνει την εμφάνισή του σε περιοχές αρκετά μακριά από εκεί που ξεκίνησε. Λόγω αυτού παραπλανούμαστε εύκολα και οδηγούμαστε σε λάθος συμπεράσματα. Έτσι διορθώνοντας τοπικά το αποτέλεσμα δεν έχουμε λύσει το αίτιο που το προκαλεί και κάποια στιγμή το φαινόμενο επαναλαμβάνεται. Η ορθή διάγνωση αποτελεί το Α και το Ω για την αποτελεσματική αντιμετώπιση ενός προβλήματος υγρασίας.

Για όλους τους παραπάνω λόγους ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης της υγρασίας στις κτιριακές κατασκευές είναι η πρόληψη, που σημαίνει λήψη προστατευτικών μέτρων έναντι της υγρασίας στη φάση της μελέτης και της κατασκευής ενός κτιρίου. Αναλυτικές οδηγίες για τα μέτρα προστασίας των κατασκευών στις ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ – ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΥΓΡΑΣΙΑΣ

Επειδή η προέλευση της υγρασίας και οι μορφές με τις οποίες παρουσιάζεται ποικίλουν, μπορεί σε μια κτιριακή κατασκευή να εμφανιστεί πρόβλημα υγρασίας πρακτικά σε όλους τους χώρους. Έτσι υγρασία μπορεί να έχουμε στο υπόγειο, στο ισόγειο, σε όροφο αλλά και στην οροφή.

Υγρασία στο υπόγειο: α) Κύρια αιτία εμφάνισης υγρασίας σε υπόγειους χώρους είναι η υψηλή στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα, δηλαδή το υπόγειο ύψος των υδάτων. Το νερό εισχωρεί από τα πλαϊνά εδάφη που έρχονται σε επαφή με το τοιχίο του υπογείου διότι ασκεί υδροστατική πίεση (πίεση που ασκεί το νερό στην κατασκευή λόγω του ότι αυτή είναι βυθισμένη μέσα στο νερό), φαινόμενο που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να πλημμυρήσει ο υπόγειος χώρος της κατασκευής. Ο εμποτισμός των εδαφών και χωρίς την ύπαρξη υδροφόρου ορίζοντα γίνεται βεβαίως και μέσω επιφανειακής απορροής λόγω των βροχοπτώσεων, των δραστηριοτήτων των ενοίκων (πλύσιμο αυτοκινήτου, αυλής κ.λπ), όπου τα αποτελέσματα δεν είναι μεγάλης έκτασης και δημιουργούν φαινόμενα τοπικού χαρακτήρα.

Σε αυτές τις περιπτώσεις λαμβάνονται μέτρα στεγανοποίησης (τοποθέτηση μεμβρανών η χρήση επαλειφόμενων υλικών) στη φάση της κατασκευής και με προτίμηση την εξωτερική πλευρά του περιμετρικού τοιχίου που έρχεται σε επαφή με το έδαφος έτσι ώστε να διατηρείται η υγρασία «μακριά» από την κατασκευή. Μόνο στην περίπτωση που δεν υπάρχει δυνατότητα εξωτερικής υγρομόνωσης πάμε σε λύσεις εσωτερικής μόνωσης με επαλειφόμενα υλικά (συνήθως σε συνορεύοντα κτίρια η σε υφιστάμενη κατασκευή).

β) Άλλη αιτία εμφάνισης υγρασίας σε υπόγειους τοίχους μπορεί να είναι η ανιούσα υγρασία η οποία οφείλεται σε ανύψωση της υγρασίας από τα θεμέλια μέσω των τριχοειδών αγγείων των δομικών υλικών που αποτελούν τον τοίχο (μπετό, τούβλα, σοβάς). Το φαινόμενο αυτό συμβαίνει επειδή τα περισσότερα δομικά υλικά περιέχουν μικροσκοπικούς πόρους, που «απορροφούν» το νερό από το έδαφος και αναγκάζουν την υγρασία να ανέλθει, όπως ακριβώς το πετρέλαιο ανέρχεται μέσω του φυτιλιού σε μια λάμπα πετρελαίου.

γ) Επίσης θα πρέπει να εξετασθούν οι περιπτώσεις διαρροής κάποιου αγωγού (με σημάδια τοπικά, συνήθως έντονα στο σημείο διαρροής και προοδευτικά σε μια ακτίνα γύρο από αυτό) και συμπύκνωσης υδρατμών επάνω στις επιφάνειες των τοίχων που συνήθως συμβαίνουν σε χώρους που αερίζονται ελάχιστα (με σημάδια επιφανειακής υγρασίας κυρίως σε γωνίες και εμφάνιση μυκήτων – μούχλας).

Υγρασία σε ισόγειο – όροφο:  Εδώ τα φαινόμενα υγρασίας μπορούν να οφείλονται σε ανιούσα υγρασία (μόνο στο ισόγειο), σε συμπύκνωση υδρατμών οπουδήποτε σε εξωτερικούς τοίχους (ακόμη και στο πάτωμα πάνω από πυλωτή που δεν έχει θερμομονωθεί), σε εισχώρηση του νερού βροχής (όταν π.χ. το εξωτερικό επίχρισμα είναι σε κακή κατάσταση) και σε διαρροή κάποιου αγωγού – σωλήνα ύδρευσης η αποχέτευσης. Οι λύσεις ανάλογα της περίπτωσης ποικίλουν (Βλέπε: ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ). Σε κάθε περίπτωση όμως καλό είναι να λυθεί το πρόβλημα στη «ρίζα» του και όχι μόνο στο σημείο που εμφανίζεται γιατί αλλιώς θα επανεμφανιστεί.

Υγρασία σε στέγες – δώματα:  Οι στέγες (σκεπές) και τα δώματα (ταράτσες) είναι τα ποιο εκτεθειμένα τμήματα ενός κτιρίου στην επίδραση των καιρικών φαινομένων (βροχή, χαλάζι, χιόνι). Κάθε σημείο της στέγης αποτελεί πιθανή πύλη υγρασίας. Για το λόγω αυτό υπάρχουν ειδικές μεμβράνες (μεμβράνες κεραμοσκεπών) οι οποίες τοποθετούνται κάτω από τα κεραμίδια και προστατεύουν όλη την σκεπή και κατά συνέπεια και όλη την κατασκευή από πιθανή εισχώρηση υγρασίας. Στα δώματα τα προβλήματα παρουσιάζονται πολύ συχνότερα λόγω της έλλειψης κλίσης και απορροής των υδάτων καθώς και της ελλιπούς υδατοστεγανώτητας της εκτεθειμένης πλάκας μπετού. Η πρόληψη είναι εδώ μείζονος σημασίας και επιτυγχάνεται με χρήση ειδικών μεμβρανών αλλά και επαλειφόμενων στεγανωτικών υλικών. Προβλήματα υγρασίας μπορούν να δημιουργηθούν από στάσιμα νερά (λιμνάζοντα νερά) στην επιφάνεια του δώματος λόγω ελλιπούς κλίσης, από φραγμένες υδρορροές, από πλαϊνούς τοίχους των οποίων το επίχρισμα έχει υποστεί ζημιές και από συμπυκνώσεις υδρατμών στις εσωτερικές επιφάνειες η στο εσωτερικό των δομικών στοιχείων.

ΣΥΜΠΥΚΝΩΣΗ ΥΔΡΑΤΜΩΝ

Συμπύκνωση υδρατμών σε κτιριακές κατασκευές, ονομάζεται το φαινόμενο κατά το οποίο ένα μέρος των υδρατμών που περιέχει ο εσωτερικός αέρας μεταβαίνουν από την αέρια στην υγρή φάση όταν έρχονται σε επαφή με επιφάνειες που παρουσιάζουν αρκετά χαμηλότερη θερμοκρασία από το μέσο όρο των υπολοίπων επιφανειών του ίδιου χώρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου είναι το θόλωμα των υαλοπινάκων (τζαμιών) κατά τους χειμερινούς κυρίως μήνες σε χώρους με αυξημένη παρουσία υδρατμών όπως οι κουζίνες και τα λουτρά. Για να εμφανιστεί το φαινόμενο της συμπύκνωσης υδρατμών πρέπει να υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες σχετικής υγρασίας και θερμοκρασίας του χώρου αλλά και της επιφάνειας πάνω στην οποία συντελείται η συμπύκνωση (υγροποίηση).

Η επαναλαμβανόμενη δημιουργία υδρατμών σε επιφάνειες τοίχων με ελλειπή ανακύκλωση του αέρα (γωνίες οροφής-τοίχου, χώροι πίσω από έπιπλα-ντουλάπες) μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη μυκήτων-μούχλας (μαύρισμα της επιφάνειας), κάτι που συναντάται πολύ συχνά σε παλαιά αλλά και καινούρια κτίρια. Η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού περιγράφεται στις ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ.

 

Κείμενο: Κυρανάκης Λευτέρης | Διπλ. Πολιτικός Μηχανικός